ΤΟ ΑΙΣΘΗΜΑ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΟΤΑΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΟ

εδώ δεν υπάρχουν ΧΟΡΟΓΡΑΦΟΙ

April 7, '09, 11:28 PM

Ο τίτλος είναι επίτηδες ενοχλητικός. Σε καμιά περίπτωση δεν ταυτίζεται με την γνωστή στάση κάποιων που κριτικάρουν τον σύγχρονο Ελληνικό χορό απαξιώνοντας το παρελθόν και τους υπάρχοντες χορογράφους, επικαλούμενοι κάτι νέο το οποίο πρέπει να έρθει σαν σωτήρας, στην ουσία χωροθετώντας τους εαυτούς τους, αν και αυτόκλητοι, στην θέση των επίσημων εκτιμητών του χορού στην χώρα μας.

Ούτε εννοώ την Ρολάν Μπαρτικής προέλευσης ιδέα ότι ένα έργο τέχνης είναι ανεξάρτητο του δημιουργού του, καθώς σε μια ανοιχτή κοινωνία αυτός δεν μπορεί να καθορίσει στο κοινό τους τρόπους αντίληψης του έργου του. Αυτό είναι απλώς ένα σύμπτωμα ενός κόσμου ο οποίος αρνείται τις ιδεολογικές διαφοροποιήσεις και κρύβεται στην μεταμοντέρνα ασάφεια.

Ήμουν στη συνάντηση που οργανώθηκε με νέους Έλληνες χορογράφους στο Ντάνκαν. Μία  κοπέλα μιλώντας για τον τρόπο δουλειάς της περιέγραψε το γνωστό σχήμα του χορογράφου που δίνει χώρο στους χορευτές του να συμμετέχουν στο δημιουργικό αλλά και εκτελεστικό στάδιο του έργου. Το προσδιόρισε και ιδεολογικά αναφέροντας την μη κάθετη δομή δημιουργίας σαν δείγμα πολιτικής θέσης ενάντια στην αυταρχικότητα.

Η δυσανεξία του κοινού, η οποία εκδηλώθηκε με διάφορους τρόπους, να αφομοιώσει την σκέψη της δημιουργού προκάλεσε το ενδιαφέρον μου και με έφερε σε αυτό το κείμενο που διαβάζετε. Όχι τόσο η αντίδραση από κάποιους στο κοινό ότι ''καλά όλα αυτά! αλλά υπάρχουν χορευτές που η δουλειά τους είναι να εκτελούν μόνο'', η οποία είναι αποδεδειγμένα μειοψηφική και ανιστόρητη καθώς δείχνει να μην αντιλαμβάνεται το γεγονός ότι οι περισσότεροι και σημαντικότεροι Έλληνες χορογράφοι συν-δημιουργούν με τους χορευτές τους.
Περισσότερο με προκάλεσε η επίμονη αποφυγή να συνδεθεί η στάση της, ταυτόχρονη με πολλών άλλων Ελλήνων σύγχρονων δημιουργών, με το τι έχει αναπτυχθεί σε κοινωνική κλίμακα από τον Δεκέμβρη και μετά, δηλ. την συνεχή δημιουργία συλλογικοτήτων. Αναρωτιέμαι την αιτία της άρνησης τους απέναντι σε μια πραγματικότητα η οποία υπάρχει άτυπα ήδη, αλλά αν επισημοποιηθεί θα είναι η μεγάλη δύναμη και προσφορά του χορού στο πεδίο της καλλιτεχνικής δημιουργίας απέναντι στην ατομικότητα των πλαστικών τεχνών, την βιομηχανική κατανομή εργασίας του κινηματογράφου, την μοναχικότητα της συγγραφής.

Τι είναι χορογράφος;

Αυτός που φαντάζεται και οργανώνει μια χορογραφία με συγκεκριμένη γλώσσα και επιμέρους στοιχεία (βήματα, ύφος εκτέλεσης, αφήγηση κλπ); Τότε ο μοναδικός χορογράφος στην Ελλάδα είναι ο Φωκάς Ευαγγελινός, πράγμα το οποίο ήδη ισχύει για ένα μεγάλο κοινό τέχνης (συγνώμη, καταναλωτές θεαμάτων).

Όταν οι χορευτές συμμετέχουν με το υλικό τους, ο χορογράφος τι ακριβώς κάνει; Είναι αυτός που επιλέγει, αυτός που προκαλεί, αυτός που συνθέτει, αυτός που διδάσκει; αυτός που αναλαμβάνει το παιχνίδι παραγωγής στο οποίο συμμετέχουν το Υπουργείο Πολιτισμού, ο Τύπος κα; Πόσο έλεγχο και ευθύνη έχει στο τελικό θέαμα; Πόσες φορές στο τέλος μιας παράστασης είπατε "ωραίοι χορευτές όμως δεν έλεγε τίποτα"; Και γιατί τελικά δεν μετανιώσατε που πήγατε να την δείτε;

Μήπως αντί για χορογράφος θα έπρεπε να λέμε:
Οικοδεσπότης, Διευκολυντής, Καταθέτης ιδεών, Δάσκαλος, Υπεύθυνος καλλιτεχνικά και νομικά, Αυτός Που Λέει Το Πρώτο Θα. Αστειεύομαι, ο στόχος μου δεν είναι οι Έλληνες χορογράφοι να σταματήσουν να αποκαλούνται έτσι.

Όμως ξανά, οι χορογραφικές μικρο-γλώσσες του κάθε δημιουργού δεν είναι αποτέλεσμα της συνάντησης του με τους χορευτές του; Εν τέλει δεν εμπεριέχουν τους χορογράφους; Μια παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου, της Αποστολίας Παπαδαμάκη, της Μαρίας Γοργία, των S.Q.N, δεν είναι οριοθετημένη όχι μόνο στιλιστικά αλλά και νοηματικά από τους χορευτές τους; Αυτό που διαφοροποιεί ένα έργο σαν το ‘‘Female studies’’ από το ‘‘Electric girl’’ είναι η έμπνευση της Αποστολίας; ή παρά την εξωτερική ομοιότητα τους η ουσιαστική διαφορά του σώματος της Μαρκέλλας Μανωλιάδη από αυτό της Χαράς Κότσαλη; Μήπως τελικά όλα τα έργα είναι ίδια και το μόνο που διαφοροποιεί κάθε παράσταση είναι η θέαση νέων σωμάτων μέσα σε διαφορετικής υφής περιβάλλοντα; Το ουσιαστικά ανανεωνόμενο είναι αυτό το διαφορετικό που φέρνει κάθε σώμα, το οποίο έχει κτιστεί αργά, βαθιά στο παρελθόν κάθε χορευτή. Και είναι κάτι που τις περισσότερες φορές το έφτιαξε μόνος του συγκρουόμενος, επιβιώνοντας, και πολύ λιγότερες φορές αγαπώντας, σε ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον που αντιμετωπίζει με φιλυποψία την δημιουργικότητα.

Επαναλαμβάνω δεν με ενδιαφέρει να μειώσω το κύρος των Ελλήνων χορογράφων, ανήκω σε αυτούς, ούτε αρνούμαι τις ευθύνες των έργων μου. Αλλά αν η υπόθεση μας είναι ότι ο Ελληνικός σύγχρονος χορός στηρίζεται στην δημιουργική συμμετοχή των χορευτών τότε η αληθινή ερώτηση μου είναι :
ποιο εκπαιδευτικό σύστημα τους προετοιμάζει γι’ αυτή την προσέξτε όχι απλά επαγγελματική αλλά καλλιτεχνική δυνατότητα;

Μήπως καθώς συζητάμε για το εκπαιδευτικό ζήτημα θα πρέπει να τολμήσουμε και να διεκδικήσουμε αυτό που πολλοί από μας σκέφτονται εδώ και πολλά χρόνια. Τα τεχνικά μαθήματα να υποβαθμιστούν στο επίπεδο που περιγράφει το όνομά τους, να πάρουν την θέση του καθαρά τεχνικού μέσου, είναι αυτά που μας δίνουν τα μέσα για να κάνουμε τέχνη, όπως στην σχολή καλών τεχνών (βλ. σχέδιο) η στη θεατρική εκπαίδευση (βλ. ορθοφωνία). Όταν χρησιμοποιώ την λέξη "υποβαθμιστούν" εννοώ στο συμβολικό πεδίο αλλά και στο ουσιαστικό, το οποίο καθορίζει τον τρόπο αντιμετώπισης των μελλοντικών χορευτών καθ' όλη την διάρκεια των σπουδών τους, από τις εισαγωγικές μέχρι τις πτυχιακές τους.

Μήπως τα δημιουργικά μαθήματα θα έπρεπε επίσημα και ουσιαστικά να θεωρούνται πρωτεύοντα;
Μήπως τότε ο Σύγχρονος Ελληνικός χορός θα είναι αποτέλεσμα συνάντησης ολοκληρωμένων δημιουργικών ανθρώπων του χορού, απαλλαγμένων από τον ανταγωνισμό της πατέντας με στόχο την επιχορήγηση, την διάκριση που θα φέρει παραγγελία, την υποταγή σε ένα σύστημα που κατασκευάζει εικόνες κοινωνικής ενότητας αλλά στην ουσία διαχωρίζει και απομονώνει από το τι γίνεται εκεί έξω;

Αντίθετα με τον τίτλο, το κείμενο υπονοεί ότι εδώ χρειαζόμαστε όλοι να μπορούν να γίνουν και χορογράφοι.

Ας ανοίξει η συζήτηση.........
                                                                                                                               Κωνσταντίνος Μίχος

(τα σχόλια σας δημοσιεύονται απ'ευθείας χωρίς προηγούμενο έλεγχο)

1 σχόλιο:

  1. Ο Κωνσταντίνος Μ επιλέγοντας να αμφισβητεί διαρκώς τα όρια του αποδεκτού, επιτυγχάνει ένα άκρως ερεθιστικό κείμενο, το οποίο ταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο πόλους: αυτόν της ευεργητικής διαγραφής των ιεραρχιών και της ανάδειξης των μοναδικοτήτων κάθε δημιουργού, είτε χορογράφου είτε χορευτή, και αυτόν της αξιοποίησης των δημιουργικών δυνατοτήτων πέρα από τους κανόνες παραγωγής, ο οποίος εισάγει μια ολιστικά διαφορετική αντιμετώπιση όλης της κοινωνικής δομής. Αναγνωρίζω, αντλώντας από τη φασματολογία, ότι ο χορογράφος είναι το απόν υποκείμενο στην ανάγνωση του έργου. Οι εκτελεστές (χορευτές, περφόρμερ ή όπως αλλιώς θέλουμε να τους ονομάσουμε) είναι η γλώσσα του χορογράφου, η γλώσσα αυτή καθ’αυτή. Το αποτέλεσμα που εμείς εισπράττουμε ως παράσταση δεν είναι πάντα η χορογραφία. Η γραφή δεν φτάνει αυτούσια στον παραλήπτη. Αυτό το μικρό «ατύχημα» επιτρέπει τόσο στο δημιουργό (χορογράφο) όσο και στους συνδημιουργούς (χορευτές) να προκαλούν συνειρμικές συνδέσεις και να μεταφέρουν στο κοινό εικόνες, στιγμές με μεγάλη ή μικρή επιδραστικότητα. Το θέμα που προκύπτει από τις συζητήσεις είναι, πώς μπορεί να θεσπιστεί η κυριότητα ενός έργου/παράστασης και ποιος τελικά καρπώνεται τον τίτλο του δημιουργού; Πως μπορεί να σταθεί κανείς απέναντι στην υποκειμενικότητα και την αυθαιρεσία της δημιουργικής γραφής; Ποια ιδιότητα επικαλείται ο χορογράφος όταν υπογράφει το έργο του; Αυτού που επικυρώνει την αυτοαναφορικότητά του δηλώνοντας το έργο του ως χορογραφία ή αυτού που αναστοχάζεται στεκόμενος διαλεκτικά απέναντι στο έργο του με τη διαπίστωση ότι η γραφή είναι συνυπογραφή, καθώς εμπλέκει και άλλα πρόσωπα στη διαδικασία; Ας μην ξεχνάμε ότι το να επαναπροσδιορίσουμε τη γενικότερη λειτουργία της δημιουργικότητας (και ίσως της φαντασίας) σημαίνει να αψηφήσουμε τον υπάρχοντα θεσμό της ίδιας της χορογραφίας και εκπαιδευτικής διαδικασίας εν γένει, ίσως ακόμη και τον ρόλο της δημιουργίας ως μια διακριτής και εξειδικευμένης δραστηριότητας. Γι’ αυτό τον σκοπό απαιτούνται δημιουργοί (χορευτές και χορογράφοι) όχι μόνο ικανοί να παρατηρούν και να σχολιάζουν τις συνθήκες του ίδιου του χορογραφικού γεγονότος αλλά και να προβληματίζονται σχετικά με τη συνειδησιακή σύναψη δημιουργού και θεατή. Αυτή η εκλεκτική σχέση ζητά έναν επαρκή «αναγνώστη» των έργων, έναν ώριμο θεατή που θα συμβάλλει στην «αναστολή της δυσπιστίας» απέναντι στο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Εν ολίγοις, είμαστε σε νηπιακό στάδιο και έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε...
    Ευχαριστώ, Τ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή